Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Οι πιο μεγάλοι έρωτες: 3. Η κυκλοθυμική Στίξη κι η Πανσέληνος



Η ΚΥΚΛΟΘΥΜΙΚΗ ΣΤΙΞΗ


Ό,τι αγάπησα σε 'κείνον 
μια μικρή απόστροφος στο "Σ' αγαπώ" του


εκείνα τα αποσιωπητικά στο τέλος κάθε εξομολόγησής του
το κόμμα που έβαζε για ν' ανασάνει ενδιάμεσα στο πάθος. . . 


Τα πελώρια θαυμαστικά της ευτυχίας του
τις μέρες που ζούσαμε ο ένας για τον άλλον
και κάτι παρενθέσεις με τις λεπτομέρειες 
που κάνανε για λίγο και τον δικό μας έρωτά να μοιάζει σπουδαίος... 


Κι ό,τι μίσησα σαν να 'ταν από πάντα εχθρός μου
εκείνα τα διαλυτικά πάνω απ' το γιώτα της κοροϊδίας του


εκείνη η ύπουλη απόστροφος στο μεγάλο του
"Σ' αφήνω". . . 


Και περισσότερο απ' όλα μισητή
εκείνη η μεγάλη
- σαν μια μαύρη τρύπα στη μέση της γης -
η πελώρια τελεία που έβαλε κι ύστερα έγινε καπνός...


Πράγματι, με πόνεσε πολύ στη σχέση μας
όλη αυτή η κυκλοθυμική στίξη 


που άλλαζε κάθε τόσο τη γνώμη της
και μαζί άλλαζε κι εσένα. . . 


Σ' άλλαζε μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο
και στα βαριά λόγια που ανόητα ξεστόμισες 
πρωταγωνίστρια εκείνη 
έκανε τις λέξεις πιο αιχμηρές και πιο αποκρουστικές ακόμη...


Σε τι ωφέλησαν λοιπόν τα δάκρυά μας;
Πάνω απ' τ' άλφα της λέξης δυο τόνοι


που μοιάζουνε με δάκρυα στ' αλήθεια
το ένα μετά το άλλο, υγρά κι απαρηγόρητα. . .


Και προς τι όλη τούτη η εγκαρτέρηση
η υπομονή, η προσπάθεια;


Αφού στο τέλος ήρθε το μεγάλο ερωτηματικό της στίξης μας
για να μας κάνει πάλι κομμάτια. . . 


Κι ως τώρα ακόμη ποτέ του δεν κατάφερε να γίνει τελεία
γιατί ποτέ δεν απαντήθηκε
κι έμεινε πάντα έτσι μισοτελειωμένο
να περιμένει μιαν απόκριση...


Η ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ


Και προχωρούσαμε έναν Αύγουστο χέρι-χέρι
και αγαπούσα τότε τον κόσμο γιατί εκεί γεννήθηκες κι εσύ


και τραγουδούσαν μέσα μου εικοσιτέσσερις συγχορδίες ευγνωμοσύνης
και η πανσέληνος πάνω από 'μας φώτιζε το παραμύθι με σκόνη αλήθειας. . . 


Κι αν δεν υπήρχε κι εκείνο το φωτεινό, ολοστρόγγυλο φεγγάρι
ομολογώ δεν θα 'μουν σίγουρη αν τα 'ζησα όλα αυτά στ' αλήθεια
κι αν δεν ήσουν κι εσύ τόσο απερίγραπτα όμορφος
ομολογώ ίσως να το 'χα κοιτάξει λίγο παραπάνω. . . 


Μα ήταν τα σκιστά μάτια σου τα πιο όμορφα φεγγάρια
και μου 'φτανε να σ' αγαπώ με ξαστεριά ή όχι. . . 


Κι ήταν τότε η μόνη πανσέληνος που δεν ήταν αγενής
αφού όσες ακολούθησαν έλαμπαν αβάσταχτα χωρίς συμπόνια. . . 


Άλλωστε εγώ έμαθα να διαβάζω και να αποκρυπτογραφώ
μόνο για 'κείνο το χαρτί που μου 'χες δώσει
κι όταν από μικρή η δασκάλα μου 'δειχνε με το χέρι να σχηματίσω το "ε" και το "συ"
ήταν, μάτια μου, για να χαράξω το δικό σου "εσύ"...


Μα ήταν αυτό από τα τελευταία φεγγάρια που ατενίσαμε μαζί
κι όπως όταν αγαπάς κάποιον, δεν χρειάζεται ν' ακούς τους άλλους


έτσι κι όταν μένεις μόνος σου δεν χρειάζεται να βλέπεις το ολόγιομο φεγγάρι
είναι θέμα τακτικής και αξιοπρεπούς χειρισμού μοναξιάς κατά βάθος αφόρητης. . . 


Κι όπως μετά την προς-ποίηση έρχεται το τέλος
και μετά την συνήθεια έρχεται η ανορθόγραφη λ-εί-πη
έτσι θα ζήσω τώρα, πάντα
αγνοώντας τα άκρως αγενή φεγγάρια και την κυκλοθυμική στίξη της ιστορίας μας...


Κι οι πιο μεγάλοι έρωτες δεν έχουν καλό τέλος. . .


Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Ως τώρα



Ως τώρα σ' αγάπησε κανείς περισσότερο από 'μένα;
Ως τώρα σ' ένιωσε κανείς πιο πολύ;
Τη μισούσες τη σχέση μας, έτσι δεν είναι;
Το μισούσες κατά βάθος που ήσουν μαζί μου...
Και τώρα το μισείς...
Μισείς που ως τώρα τα συγκρίνω όλα μαζί σου...

Πόσα πολλά έζησες χώρια μου...
Όλες αυτές τις σχέσεις που "αγάπησες"
Τις ξεπέρασα όλες μία-μία...
Και τα ταξίδια
Τα ταξίδια που έκανες χωρίς εμένα
Και τα χαμόγελα που δεν οφείλονταν στα λόγια μου
Και τα φιλιά
Τα φιλιά στην ίδια βροχή αλλά σ' άλλα χείλη
Και τις βόλτες στα ίδια μέρη αλλά κρατώντας άλλα χέρια
Και τις νύχτες
Τις νύχτες στο ίδιο κρεβάτι αλλά με σώμα ξένο
Τα ξεπέρασα όλα ένα-ένα...
Αυτό που δεν ξεπέρασα ποτέ
Είσαι εσύ...

Ως τώρα - πες αλήθεια -
Σου στάθηκε κανένας πιο πολύ;
Είπα απόψε να μην κλάψω για 'σένα
Μα προφανώς με κέρδισε η συνήθεια...
Γιατί, αστέρι μου και μόνη μου αγάπη,
Γιατί έφυγες τόσο γρήγορα;
Γιατί μ' άφησες μόνη ως τώρα;
Και ως το τέλος;
Γιατί με πούλησες στο τέλος;

Κι αγάπη είναι 
Ακόμη και τις πιο ευτυχισμένες μέρες
Πάλι να υπάρχουν αφορμές να κλαίω για 'σένα... 
Αγάπη είναι ακόμη και με τα όνειρά μου όλα στην εντέλεια
Εγώ εξαιτίας σου να 'μαι δυστυχισμένη...

Ως τώρα πάντως δεν κατάφερα να σε ξεχάσω...
Ως τώρα οι μνήμες ανεξίτηλες σφραγίζουν την καρδιά μου...
Και πιο πολύ δεν με πονούν τα ψεύτικα τα "Σ' αγαπώ" σου
Μα με πονά που έπαψες να λες έστω κι αυτά...

Ναι, εγώ θυμάμαι ακόμη...
Σε σηκώνω τα βράδια και σε φιλάω γεμάτη δάκρυα...
Πολύ μου στοιχίζει αυτή μου η αδυναμία...
Κι ίσως γι' αυτήν να μην γίνω ποτέ ποιήτρια:
Γιατί σηκώνομαι τα βράδια και γράφω για 'σένα
Κι είναι όλα αυτά που γράφω ανόητα...
Κανείς δεν τα διαβάζει...
Κανείς δεν τα αξιώνει...
Κι αν δεν ήσουν εσύ θα υπήρχαν μόνο τ' άξιά μου ποιήματα...
Μα τώρα υπάρχουν κι άλλα χίλια δυο που 'ναι τουλάχιστον κοινότυπα
Κι ανιαρά...
Ίσως βέβαια κι αν δεν ήσουν εσύ 
Να μην έγραφα και ποτέ μου... 

Εγώ θυμάμαι ακόμη...
Ως τώρα, ως τώρα που δεν σ' έχει αγαπήσει έτσι κανείς άλλος,
Ως τώρα που τόσο βαθιά κανείς δεν σε κατάλαβε
Ως τώρα εγώ ακόμη θυμάμαι...
Σίγουρα σε κουράζω και σε βαραίνω και με μισείς
Και καταριέσαι σίγουρα που κάποτε μ' είχες και σ' είχα
Και σε αγχώνουν όλες αυτές οι τύψεις που θα έπρεπε να νιώθεις
Μα δεν ένιωσες ποτέ καμιά τους
Και σου γίνομαι πάλι βάρος αβάσταχτο
Μα δεν έχω άλλο τρόπο να σ' αγαπάω... 

Ως τώρα
Εγώ θυμάμαι ακόμη...
Εσύ;

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013

Ξεχασμένες πριγκίπισσες: 1. Η ανεπιθύμητη Χιονάτη



Πάλι δάγκωσα το μήλο σου
πάλι πίσω στο γυάλινο φέρετρο
της υπενθύμισης
μέχρι κι οι νάνοι ένας-ένας φεύγουν
πόσο να περιμένουν
μια Χιονάτη ξεχασμένη;

Πάλι δεν ήρθε ο πρίγκιπας να με φιλήσει
πάλι να μ'αναστήσει δεν φάνηκε
χείλη κόκκινα σαν αίμα στο χιόνι
μάτια κατάμαυρα
δυο ζοφερές τελείες της λησμονιάς
δεν θα με νικήσει
δεν σε ξεχνάω.

Μάτια κλειστά
-δεν σε ξεχνάω-
νεκρή απ' το μήλο σου
κι όμως σε περιμένω
εφτά φορές στ' ορκίζομαι
μία για κάθε νάνο
εφτά φορές στ' ορκίζομαι
δεν σε ξεχνάω.

Κι έτσι όπως είμαι αναίσθητη
ακόμη κι έτσι σε ζητάω
κι εσύ τρέχεις με τ' άλογο για γυάλινους καθρέφτες
μ' άλλη αντανάκλαση
ο πικρός καρπός της προδοσίας σου
στο στόμα μου σαπίζει.

Πάλι δάγκωσα το μήλο σου
-δεν σε ξεχνάω-
πίσω στην φυλακή του θανάτου μου
κρυστάλλινη συνήθεια
κι ούτε ένας νάνος για παρηγοριά
για έναν καθρέφτη γυάλινο 'γίναν όλα
για το κόκκινο ενός ιδιοτελή καρπού
για την ανάμνηση ενός πρίγκιπα ψηλού
πάλι δάγκωσα το μήλο του
-δεν τον ξεχνάω-
εφτά φορές τ' ορκίζομαι
μία για κάθε απολεσθέντα νάνο
δεν τον ξεχνάω, δεν τον ξεχνάω
νεκρή και ως είμαι από το μήλο του
πάλι δεν τον ξεχνάω...


Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Άνανδροι (ή αλλιώς Άνδρες του 21ου αιώνα)



Σχεδόν μοιρολατρικά
και σε δικό μου βέβαια βάρος
αφού ανέχτηκα κι ερωτεύτηκα
μιλώ για 'σας απόψε
χωρίς να το ξέρετε.
Σχεδόν εναποθέτω μιαν οργή
στις κοινές μας ιστορίες
τις περίπου ιστορίες
περίπου αγάπες.

Ήσαστε άνανδροι
αυτή είν' η μόνη λέξη που αρμόζει
ήσαστε και δειλοί
κι ούτε το τέλος δεν αξιωθήκατε
σωστά να προφέρετε. 

Απάγγειλέ μου τώρα
τα προχειροφτιαγμένα σου αίτια
αίτια κατά τ' άλλα σοβαρά
χωρισμού!
Θεέ μου 
πόσο άνανδροι υπήρξαν οι άνδρες της ζωής μου
άνανδροι άνδρες
πόσο οξύμωρο
οξύμωρο και λίγο. 

Εμπρός λοιπόν λιγόψυχε
ανάξιε
εσύ που έφυγες πρώτος
εσύ που έφυγες νωρίς
παραδέξου τώρα την τόση αναπηρία σου.
Ούτε μια σωστή δικαιολογία
γι' αποχωρισμό
δεν καταφέρατε.

Τι άνδρες τέλος πάντων είστε;
Άνδρες του 21ου αιώνα
κατεστραμμένοι
άνδρες άνανδροι
άνδρες σε εισαγωγικά
"άνδρες".

Πώς φύγατε
χωρίς ποτέ να έχετε έλθει;
Και πώς σας έχασα
χωρίς ποτέ να σας έχω;
Πώς λείπετε
χωρίς ποτέ να ήσασταν εδώ;

Ποτέ δεν σας απάλλαξε απ' την δειλία της
η άνανδρή σας φύση
και ποτέ
έστω και κάτω απ' την επιβολή του σκληρού οργάνου σας
δεν πάψατε να είστε αυτό το ίδιο
το κατά το δοκούν σας
κατακριτέο
που μικροί
χωρίς ίχνος σεβασμού
και κάτω απ' τη στερεοτυπική σας αντίληψη
περιγελάσατε.

Άνδρες της ζωής μου
όλοι και μηδενός εξαιρουμένου
άνδρες που φύγατε νωρίς 
χωρίς  ανδρίκιες εξηγήσεις
αυτό μονάχα είστε. 


(Ο καθολικισμός στον εναλλακτικό τίτλο περιορίζεται σε προσωπικά πλαίσιο, όπως ακριβώς δηλώνει ο πρώτος στίχος της τελευταίας στροφής. Ζητώ συγγνώμη από τις πιθανές εξαιρέσεις του φύλου.)

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2013

Οι πιο μεγάλοι έρωτες: 2. Η Συνήθεια κι η ανορθόγραφη Λ-εί-πη


Η ΣΥΝΗΘΕΙΑ


Χρόνια μέσα μου σωπαίνουν οι φωνές
της αιώνιας απόπειράς μου να γίνω συνήθεια


του αποτυχημένου ομολογουμένως τούτου εγχειρήματος:
συνήθειά σου. . .


Βλέπεις, όταν κάτι έχει την ιδιότητα της συνήθειας,
ακόμη κι αν δεν το αγαπάς, όπως πιθανώς του άξιζε,


όταν λείπει, κατά έναν ξεδιάντροπο τρόπο,
σου λείπει. . .


Κι είναι φορές που θέλω τόσο απελπισμένα
να κάνω κάτι που θα σε πικράνει
μα μεγαλύτερη είναι η επιθυμία μου να κάνω κάτι
για να χαμογελάσεις...


Πόση ειρωνεία, αλήθεια, ξοδεύουμε
για να κρύψουμε τη θλίψη μας;


Κάποτε όλα αυτά τα άφατα , τ' ανείπωτα
θα 'ρθουν σαν παγωμένο χώμα να μας πλακώσουν. . .


Και καταλήξαμε όπως όλοι αυτοί που κοροϊδεύαμε
εγώ να προσπαθώ να με συνηθίσεις
μα εσύ γι' αγαπητή συνήθεια να 'χεις μόνο το τσιγάρο σου
άντε και λίγα δάκρυα στα κρυφά...


Μα ακόμη όταν συμβαίνει κάτι πολύ αστείο θέλω να στο πω
κι ακόμη όταν μισώ τον κόσμο εξαιρώ το πρόσωπό σου


ακόμη είσαι η συνήθεια που τόσο αγαπάω
ακόμη κι αν εγώ δεν κατάφερα να γίνω ούτε καν μία από 'κείνες τις συνήθεις που μισείς. . . 


Όπως εκείνες τις φορές που χωρίς κανένα λόγο
ή με μια μικρή αφορμή
ξεσπάω σε λυγμούς κι υγρά παράπονα
και τότε καταλαβαίνω πόσο πραγματικά δυστυχισμένη είμαι...


Η ΑΝΟΡΘΟΓΡΑΦΗ Λ-ΕΙ-ΠΗ


Η λ-εί-πη μου για 'σένα, βλέπεις,
σε μια προσπάθεια μίμησης του έρωτά μας


είναι ανάγωγη κι ανυπάκουη
κι έχει μεγάλο πρόβλημα ορθογραφίας. . . 


Κι αυτό της το υπαγορεύω εγώ η ίδια
η κατά τ' άλλα υπάκουη στην ορθογραφία


όχι για κανέναν άλλο λόγο
πέραν του ότι τόσο απίστευτα ανελέητα μου λ-εί-πεις. . . 


Μου λείπει που περίμενα να κλείσεις το τηλέφωνο πρώτος
μου λείπει ακόμη κι όταν το 'κλεινες
μου λείπει που μου 'κλεβες τη σαντιγί απ' το προφιτερόλ
φαίνεται κι απ' την ανορθόγραφη λ-εί-πη μου πόσο μου λείπεις...


Μου λείπεις με τη μικρή διαφορά
ότι εσύ δεν ήσουν απλά μια συνήθεια


μου λείπεις με τη διαφορά
ότι εγώ σ'αγάπησα κι όλας. . . 


Μα, ας είναι, θα σου επέτρεπα και να σου λείπω πού και πού
έστω και ως συνήθεια
θα σου επέτρεπα να με θυμάσαι
έστω και χωρίς να μ' αγαπάς όπως εγώ...


Είναι κι η ανορθόγραφη η Λ-εί-πη μου όπως όλα αυτά που αρχίζουν από λάμδα:
πονάει


όπως η Λήθη, όπως τα Λεπτά τα τελευταία χρόνια
όπως που μου Λ-εί-πεις. . .


Κι όπως και στην προσποίηση και το τέλος
οι πιο μεγάλοι έρωτες είναι ανάγωγοι κι ανυπάκουοι


σαν την ορθογραφία της λ-εί-πης μου
κι οι πιο μεγάλοι έρωτες θα γίνουν μια συνήθεια. . . 


Πόσο γρήγορα περάσαν τα χρόνια χωρίς εσένα
κι αντί να γίνω εγώ συνήθειά σου έγινε δική μου συνήθεια το γράψιμο
κι αντί να σου λείπω εγώ πού και πού
άλλαξε η λύπη μου και γράφεται πια με "ει"...


Βλέπεις, πιο πιθανό είναι ν' αλλάξει η ορθογραφία στις λέξεις μου
παρά κάποτε να σου λείψω...


Κι οι πιο μεγάλοι έρωτες τώρα πια ικετεύουν για συνήθεια. . . 

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

Οι πιο μεγάλοι έρωτες: 1. Η Προς-ποίηση και το Τέλος


Η ΠΡΟΣ-ΠΟΙΗΣΗ


Καμιά φορά ακόμη περιμένω
ίσως μηχανικά, σαν από συνήθεια


να φανεί απ' το πίσω μέρος της πλατείας
να περιμένει σκυφτός δίπλα στο δημαρχείο. . .


Τα βράδια σωπαίνω περιμένοντας το "καληνύχτα" του
και η φωνή του τρέμει κι είναι αέρινη
σαν νεκροθάφτη που ρίχνει χώμα στον τάφο της μάνας του
σαν κάθε αγάπη της ζωής μου που 'χει φύγει...


Τις κλεφτές ματιές που του ρίχνω τις αφιέρωσα κι απόψε 
στη συνενοχή


πώς μου θυμίζουν όλα το χαμόγελό σου τ' άντεχα
όταν μου θύμισε σήμερα κάποιος τα μάτια σου τα 'παιξα ομολογώ και ουκ ολίγον. . .


Τι λες όταν αιωρείται πάνω απ' τις αερολογίες σας
τ' όνομά μου; 
Τι λες όταν σιγά-σιγά ανοίγουνε τα κουμπωμένα παλτά που κρύβουν την αλήθεια σου;
Τι λες για 'μένα στους περαστικούς και στους δικούς σου ανθρώπους;


Ποια λες πως ήμουνα; 
Που σ' άγγιξε και πέρασε!


Ποια φεγγαρόβολτα πρωτοξεχνάς
ποιο καλοκαίρι πρωτοδιαστρεβλώνεις;


Έτσι είναι οι πιο μεγάλοι έρωτες:
Κολυμπούν τόσα χρόνια στους πιο βαθείς ωκεανούς
για να πνιγούν στο τέλος σε μια τιποτένια,  ξεγελάστρα
κουταλιά νερό...


Και καμιά φορά κρύβονται πίσω απ' τις κουβέντες τρίτων
στερούμενοι του μεγαλείου τους


απογυμνωμένοι απ' τη μαγεία τους
εκ του ασφαλούς μνημονηθέντες. . . 


Και ανασαίναμε πάντα βαριά
σαν κάποιο βάσανο να σκότιζε τον έρωτά μας
προσποιούμασταν βεβαίως πως ήταν από πάθος
μα όταν κι εκείνο έσβησε μας έκατσε βαρύ τόσο ανείπωτο παράπονο...


Και περπατούσαμε έτσι σκυφτοί για χρόνια
σαν προαιώνια απ' τους ουρανούς αδικημένοι


και κάπου-κάπου συναντούσαμε κοινούς γνωστούς
και τότε μου 'πιανες μηχανικά το από καιρό αφημένο χέρι. . . 


Έτσι για χρόνια δείχναμε ερωτευμένοι 
και οι καρδιές μας λάσπη, τσιγάρα και τσιρότα χαλασμένα


έτσι ξεγελάσαμε φίλους κι εχθρούς
κι ώσπου να χωριστούμε πίστεψαν τις στάχτες μας για σπίθα. . . 


Έτσι προσποιούμασταν, πάντα
τάχα πως σ' είχα ερωτευτεί και μ' ερωτεύτηκες πίσω


κάποτε θα 'ρθουν να μας καταγγείλουν οι άγγελοι, φοβόμουν
εσύ να υποκρίνεσαι πως μ' ερωτεύτηκες κι εγώ να υποκρίνομαι πως σε πιστεύω. . . 


Μήπως η μόνη υποκρισία από 'μένανε αυτή δεν ήτανε;
Κι όλη η προς-ποίηση απλά η ποίηση που σπατάλησα
για να 'ρθει προς εσένα
χωρίς να παραδέχομαι πόσο παράλογα δεν σ' έχω ξεπεράσει... 


ΤΟ ΤΕΛΟΣ


Ώσπου στο τέλος χωριστήκαμε
κι οι πιο μεγάλοι έρωτες του χθες γίνονται οι χειρότεροι εχθροί του αύριο


κι όσοι 'λέγαν τα πάντα ο ένας στον άλλον
τώρα μοιάζει σαν να μην έμεινε λέξη για ν' ανταλλάξουν. . . 


Κι όσοι φαίνονταν να 'χουνε τόσα κοινά και τόσα τρωτά σημεία ίδια
πια δεν καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλον, σαν να μην συνεπάσχησαν ποτέ


και τον αγάπησα μόνο και μόνο
γιατί μισούσαμε τα ίδια πράγματα, γιατί παλεύαμε μαζί τον κόσμο. . . 


Κι οι πιο μεγάλοι έρωτες του χθες γίνονται οι χειρότεροι εχθροί του αύριο... 


Κι εκείνη η άχαρη ενδιάμεση περίοδος
ώσπου να σε μισήσω και να με μισήσεις κι εσύ
αυτό που χάριν συντομίας ονομάζουμε σήμερα
μας τυραννάει ακόμη για το πώς να την τελειώσουμε... 


Κι οι πιο μεγάλοι έρωτες πεθάναν με δυο λέξεις. . . 


Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2013

Άλογες υπάρξεις


Είναι και κάποιοι άνθρωποι που ούτε ένα ποίημα σου δεν χαραμίζεις
  τόσα βράδια να 'χετε πλαγιάσει μαζί
  χωρίς να κλείνετε τα μάτια σας ούτε λεπτό
- γιατί αν δεν αγαπάς κάποιον, πώς να σε πάρει ο ύπνος πλάι του; -
κι όμως, ούτε ένα ποίημα σου να μην γράφεις για 'κείνους
που μια στο τόσο σε παίρνουν τηλέφωνο
μια στο τόσο "θυμούνται" πως τους έχεις λείψει...
  Είναι και κάποιοι άνθρωποι που σ' έχουνε παρεξηγήσει
και περάσαν κάποια εποχική αδυναμία σου
για μονιμότητα, συνήθεια κι ό,τι άλλο...
  Είναι και κάποιοι άνθρωποι χωρίς αξιοπρέπεια
είναι και κάποιοι άνθρωποι που δεν ένιωσαν ποτέ τους
είναι και κάποιοι άνθρωποι που απορείς πώς τους δόθηκες κάποτε...

Είναι και κάποιοι άνθρωποι κενοί από αισθήματα...

Κι είμαστε κι εμείς που ξαγρυπνάμε τέτοιες μέρες
- γιατί όσοι έχασαν τα πάντα τα βράδια γράφουνε ποιήματα -
είμαστε κι εμείς που αποφεύγουμε τη διένεξη, τη ρήξη κι ό,τι άλλο
  απλά γιατί δεν αντέχει η καρδιά μας άλλη φασαρία
είμαστε κι εμείς που δεν φταίμε ούτε στο ελάχιστο
κι έχουμε τόσο μα τόσο εξόφθαλμο δίκιο
  μα είμαστε διατεθειμένοι ακόμη και να ζητήσουμε συγγνώμη...
Είμαστε κι εμείς που έχουμε ξεμείνει από λόγια κι ονειροπολήσεις
είμαστε κι εμείς που μάταια συνεχίζουμε να ανυπομονούμε
  για 'κείνη την δικαίωση που ποτέ δεν θα 'ρθει...

Είμαστε κι εμείς που ακόμη καταφέρνουμε και νιώθουμε τόσα πολλά...

Κι είσαι κι εσύ...
- Β' πληθυντικό δεν έχει, το πλάκωσε ο ενικός σου με τον εγωισμό του -
  είσαι κι εσύ που μάρτυρας δεν γίνεσαι στη θλίψη
  είσαι κι εσύ που αδύναμο σ' έχω δει μόνο δυο θαμπές φορές
είσαι κι εσύ που παριστάνεις τον μάχιμο εργάτη
πίσω απ' τη σιγουριά που σου παρέχει η απραξία σου
  είσαι κι εσύ που μιλάς γι' αγάπη όπως μιλάνε όσοι ακούν για τους κουφούς
  είσαι κι εσύ που μιλάς για έρωτα όπως μιλάνε όσοι έχουνε το φως τους για τους τυφλούς
  είσαι κι εσύ που γράφεις για επανάσταση όπως γράφουν οι ζωντανοί για τους νεκρούς...
Είσαι κι εσύ που σου 'φταιγε το σύστημα που δεν κατάφερες τα όνειρά σου
είσαι κι εσύ που βολεμένος στην ψευτοειρωνεία σου διαμαρτύρεσαι για την ανισότητα, τη φτώχεια, τα στερεότυπα και τους συντηρητικούς...

Είσαι κι εσύ που κρυμμένος πίσω απ' την αδικία σου
  τάχα ενίστασαι για την επιβαλλόμενη αδικία
  όλων αυτών των φυσικών παράλογων δυνάμεων
που σε κυβερνούν...

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2013

Το αστείο είναι



Το αστείο είναι πως ακόμη σε υπερασπίζομαι
ακόμη μ' εκνευρίζει αφάνταστα να μιλούν για 'σένα
λες και δεν σε ξέρω
λες και σε ξέρουν εκείνοι καλύτερα.
Ακόμη και τώρα που κατάλαβα
πως όντως δεν σε ξέρω
πως όντως εκείνοι σε ξέρουν καλύτερα! 

Και το αστείο είναι πως ακόμη ελπίζω σε κάτι
σε μια ίσως αργοπορημένη θύμηση του παρελθόντα χρόνου
σε μιαν υπόσχεση φαρμακερή
- φαρμακερή γιατί ποτέ σου δεν την κράτησες -
θα με θυμάσαι, λέει...
Θα με πάρεις κάποια στιγμή 
να πάμε για καφέ... 

Και το αστείο είναι πως λέω ότι δεν έχω καταλάβει τον καιρό που πέρασε
κι όμως, αν με ρωτήσεις, δεν θυμάμαι κι εγώ να σου πω
δεν θυμάμαι πώς και κάθε πότε μιλούσαμε
δεν θυμάμαι τι λέγαμε όταν βγαίναμε
δεν θυμάμαι πού ακριβώς πηγαίναμε βόλτες 
σχεδόν δεν θυμάμαι πώς ένιωθα πλάι σου
σχεδόν δεν σε θυμάμαι... 

Και δεν ξέρω πια τι με πληγώνει περισσότερο:
Που δεν θυμάσαι;
Ή που αρχίζω να μη θυμάμαι ούτε κι εγώ...
;

Και κάθε βράδυ σου κάνω χώρο στο κρεβάτι
κι ας μην είσαι εκεί. 
Ξαπλώνω προσεχτικά για να μη σε χτυπήσω κατά λάθος
έτσι ελαφριά και πανέμορφα που κοιμάσαι
κι αν καμιά φορά κλαίω σιγανά
ελπίζω να μη σε ξυπνάω, 
ελπίζω να μη σου μαυρίζω την καρδιά με τις τόσο αδικαιολόγητες μελαγχολίες μου...

Μα τι λέω, εσύ δεν είσαι εκεί
εσύ δεν έχεις πια το ίδιο περπάτημα,
τα ίδια υγρά, κρυστάλλινα μάτια,
εσύ δεν έχεις πια τα ίδια μαλλιά...
Μα τι λέω, εσύ δεν είσαι πια ο ίδιος.

Και το αστείο είναι πως ακόμη κι όταν γράφω ποιήματα για 'σένα
ψάχνω να θυμηθώ τι αγάπαγες τότε
για να στο υπενθυμίσω
και τελικά καταλαβαίνω 
πως δεν θυμάμαι πια ούτε κι εγώ 
τι μου 'λεγες κάποτε πως αγάπαγες...

Τόσο έχεις αλλάξει λοιπόν 
που τρομάζω να σ'αναγνωρίσω...
;

Και το αστείο είναι πως μέχρι πρότινος ακόμη περίμενα να γυρίσεις
- προς Θεού, τώρα το ξεπέρασα κι αυτό
δεν είμαι δα και τόσο ανόητη -
και ακόμη αστειότερο είναι το πόση υποκρισία έδειξα
απλά και μόνο μπας και με μπάσεις στη ζωή σου
- πάλι δεν το κατάφερα - .

Μη σώσεις ποτέ να γυρίσεις λοιπόν! 
Κι ίσως αυτό που μας σκοτώνει
είναι η βαθιά ανάγκη που τρέφουμε να πιστεύουμε στις παροιμίες
γιατί έτσι μάθαμε από παιδιά:
Τα φαινόμενα απατούν...
Κι αρνούμαστε εν τέλει να πιστέψουμε ό,τι βλέπουμε
και αγνοούμε πως καμιά φορά τα πράγματα
είναι ακριβώς αυτό που φαίνονται... 

Και δεν ξέρω τι με πονάει περισσότερο:
Που άλλαξες;
Ή που άλλαξες εμένα...
;

"Καλά Χριστούγεννα λοιπόν!"
Έτσι θα πω και φέτος στον καθρέφτη μου
και θα πέσω για ύπνο. 
Πόσο καιρό έκανα να το συνηθίσω πως γράφεται με "φ"!
Κι ίσως γι'αυτό ακριβώς πάντα να το 'γραφα λάθος,
ίσως γι'αυτό πάντα να το 'γραφα με "υ":
Ήταν εκείνη η κατάληξη από το "εσύ" που δεν ερχόταν
το ύψιλον που ξέφυγε κι έγινε αντανάκλαση. 

Και δεν ξέρω τι φοβάμαι περισσότερο:
Μήπως περνάς άσχημα;
Ή μήπως περνάς τόσο ξεδιάντροπα ωραία...
;