Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

Μοναξιές...



  Δεν είναι δα και κανένα μεγάλο θέμα. Κάποιες νύχτες μονάχα την πιάνουν τα παράπονά της. Όσα δεν μίλησε όταν έπρεπε, την πνίγουν τώρα σαν μαύρη κλωστή αμετάπειστη. Κι αν δεν μιλάει ούτε σήμερα, δεν σημαίνει πως δεν έχει τίποτα να πει. Και σήμερα θέλει να παραπονεθεί. Ίσως περισσότερο από ποτέ. Όσα περισσότερα καταφέρνεις, τόσο πιο άδικα σου φέρονται. Και τον αγαπάει τον εαυτό της. Σαν τα μάτια της τον προσέχει. Απλώς μερικές φορές τον μισεί κι όλας. Πίσω απ' αυτό το κουρασμένο χαμόγελό της, πίσω από αυτήν την κομματιασμένη υπομονή, πίσω από αυτά τα κατακερματισμένα όνειρα, πίσω απ' αυτή την ραγισμένη καρδιά, εκείνη αναπνέει. Μερικές μέρες ζει κι όλας, ή ίσως να ζει και πάντοτε. Προσπαθεί σαν τρελή, σαν τελευταίος επιζών από ατύχημα, σαν ναυαγός που καλείται να διαιωνίσει με πάντα τρόπο το είδος μας. Χαρά στο είδος θα μου πεις! Μα ας είναι. Κι όσο αυτή προσπαθεί, είναι σαν να κολυμπάει και να πνίγεται σε μια μικρή λίμνη, σαν να την τραβάει το νερό προς τα κάτω κι αυτή να μην μπορεί να ξεφύγει... Κι ύστερα ξαφνικά, με κάποιον μαγικό κι απρόσμενο τρόπο, είναι και πάλι στην επιφάνεια. Κι από τη μία ανακουφίζεται, από την άλλη φοβάται. Την αγαπάει ο Θεός, δεν την αφήνει να πάθει κακό, είπαν. Ο Θεός την αγαπάει, κανείς άλλος δεν το κάνει. Κι είναι δύσκολο να ζεις πιο μόνος κι απ' τους ναυαγούς. Μέσα στον δικό της κόσμο, εύχεται μερικές φορές να 'ταν τρελή. Ίσως και να 'ναι. Ποιος να τη συνετίσει; Πόσο δύσκολο είναι να ζεις χωρίς να σ'αγαπάει κανείς! Ψάχνεις διεξόδους μες στη μοναξιά σου, κάνεις κάθε τι που σε παρηγορεί, κάθε μέρα προσπαθείς να μην τα παρατήσεις, κάθε μέρα ψάχνεις γι' ανθρωπιά. Περνούν τα χρόνια και πάλι μόνη μένει. Ξένη, μέσα σ'ανθρώπους που ούτε τόσο δεν την καταλαβαίνουν, ούτε τόσο δεν την ξέρουν. Κι εκείνοι που κάποτε κάπως την ήξεραν, θα την ξέχασαν πια. Πόσα χρειάζεται πια; Πόσα ζήτησε; Πόσα έχει ανάγκη; Είναι τόσα πολλά, που κανείς δεν δύναται να της τα δώσει; Είναι τόσο δύσκολα; Κι όπως τα αναρωτιέται αυτά, κανείς δεν είναι εκεί για να της απαντήσει. Ούτε ο Θεός της, που τόσο λένε ότι την αγαπάει! Μονάχα μια σκιά είναι εκεί. Μια σκιά, που πάντα μπροστά της την έβρισκε. Όταν γελούσε,ερωτευόταν, όταν ήταν ευτυχισμένη, όταν έκανε έρωτα, όταν, όταν, όταν... Πάντα μπροστά της. Και τώρα τη συνήθισε και δεν μπορεί να κάνει μακριά της. Κι έτσι ζει. Γυρίζει τα κλειδιά στην πόρτα, βλέπει στο σπίτι ανθρώπους που δεν μιλάνε καν μαζί της - ποτέ τους δεν τα κατάφεραν να συνεννοηθούν. Και καμιά φορά όσο σίγουρος και να 'σαι πως δεν θα 'ναι κανείς περήφανος για 'σένα, πως κανείς δεν σ'αγαπάει, δεν ξέρω, ίσως έχεις μια μικρή ελπίδα μέσα σου πως δεν είναι έτσι. Κι όταν επιβεβαιώνεται η κατά τ' άλλα σιγουριά σου, νιώθεις στο στόμα σου μια γεύση τόσο πικρή, τόσο αταίριαστη, τόσο ανάρμοστη. Τη συνήθισε και την πικρή τη γεύση, μαζί με τη σκιά την συνήθισε κι αυτή. Όλα τα 'χει συνηθίσει. 
  "Πάντα φοβόμουν μην μείνω μόνη μου στη ζωή. Το 'λεγα σ' άτομα που αγάπησα και 'κείνα μου 'λεγαν για αισιοδοξία. Μα σ'όλα αυτά τα χρόνια, σ' όλη αυτή την άλογη αγωνία, δεν είχα καταλάβει κάτι: Ήδη ήμουν μόνη μου. Με τους γονείς μου ήμουν μόνη μου, με τ'αδέρφια μου ήμουν μόνη μου, με τους φίλους μου, μ'αυτούς κι αν ήμουν μόνη μου! Λίγοι ήταν οι άνθρωποι που μ'έκαναν να μην αισθάνομαι ξένη... Κι όσοι το 'καναν αυτό, στο τέλος μ'άφησαν κι αυτοί μονάχη μου. Στην κυριολεξία! Ίσως να μην ήμουν αυτό που είμαι αν δεν τα 'χα περάσει όλα αυτά. Μα ανταλλάζει κανείς μια ξεχωριστή ύπαρξη, για μια ωραιότερη ζωή; Ιδού το ερώτημα που μέχρι και σήμερα δεν δύναμαι να απαντήσω. Είναι λες και μερικοί άνθρωποι δεν μπορούν να αγαπήσουν πια κανέναν, όχι γιατί έχουν ήδη αγαπήσει, μα γιατί έχουν χάσει αυτούς που κάποτε αγάπησαν. Οι παλιές αγάπες πάνε στον Παράδεισο, δεν λένε; Κι αυτό θα έπρεπε να μας παρηγορεί; Ο Παράδεισος προϋποθέτει κι έναν θάνατο. Γιατί τίποτα αληθινό δεν αντέχει απλά να ζήσει; Στον αντίποδα τα ψεύτικα διαιωνίζουν διασκεδάζοντας το είδος τους και γελάνε όλα μαζί ειρωνικά σε 'μας τους ρομαντικούς. Και το αστείο είναι ότι δεν θα σταματήσει ποτέ τελικά να με πειράζει η μοναξιά. Τώρα δε που κατάλαβα πως ήδη τη βιώνω, πως δεν χρειάζεται να περιμένω να 'ρθει στην μετέπειτα ζωή μου, με τρομάζει ίσως ακόμη περισσότερο. Θα μπορούσαν να μ'αγαπήσουν μερικοί άνθρωποι. Θα μπορούσε να μ'αγαπάει περισσότερο η μαμά μου, ή ο άνθρωπος της ζωής μου, ή ... Δεν ξέρω ποιος άλλος, κάποιος θα μπορούσε να μ'αγαπάει περισσότερο. Φόβος; Όχι δεν φοβάμαι πια. Ούτε απογοητεύομαι. Μοναχά λυπάμαι. Πρώτα για τους άλλους, τους αχάριστους, τους άδικους, τους ασυγχώρητους που όμως εγώ συγχώρησα. Κι ύστερα λυπάμαι για 'μένα. Πιο πολύ απ' όλα λυπάμαι για 'μένα. Για τις στιγμές που δικαιούμουν και δεν έζησα, για τη στοργή που δικαιούμουν και δεν πήρα, για τα χρόνια που έχασα και για τα χρόνια που ακόμη χάνω. Για όλη την προσπάθεια που έκανα και πήγε στράφι. Κι ούτε οργή αισθάνομαι πια, για 'κείνα τα παιδιά που με κορόιδευαν, για όλους εκείνους τους φίλους που μ' έκαναν να κλάψω, για όλους εκείνους τους έρωτες που μου φέρθηκαν σκάρτα. Και τελικά ποιος δεν μου φέρθηκε έτσι; Όλοι σκάρτοι αποδείχθηκαν στη ζωή μου. Όλοι, όλοι, όλοι. Κι έτσι, άνθρωποι που ξέρεις γίνονται άνθρωποι που ήξερες. Άνθρωποι που αγαπάς γίνονται άνθρωποι που αγάπησες. Κι άλλοι πάλι μένουν άνθρωποι που αγαπάς, μα δεν μπορείς ούτε καν να τους προσέχεις, δεν μπορείς να κάνεις κάτι για να μην πάθουν κακό, δεν μπορείς να τους προστατέψεις απ' τον κόσμο. Μετά από τόσα χρόνια γι'αυτά είναι που λυπάσαι κι όχι που δεν τους έχεις. Και δεν είμαι άλλη. Εγώ είμαι ακόμη. Εγώ, που γνωρίσατε. Κι αν όλα άλλαξαν κι αν όλοι άλλαξαν, εγώ έμεινα ίδια. Μετά από τόσο πόνο, θα ήταν άδικο να αλλάξω χαρακτήρα. Κι όσο περίεργο κι αν φαίνεται, ακόμη κλαίω τα βράδια. Ακόμη ονειρεύομαι μυστικά.. Ακόμη περιμένω ν'ανάψει το πράσινο για να περάσω τον δρόμο. Ακόμη πίνω τον καφέ μου σκέτο. Ακόμη φοβάμαι να περπατάω στην άκρη στο λιμάνι. Ακόμη κλαίω με τον "Τιτανικό". Ακόμη πηγαίνω μόνη μου στα ίδια μέρη κι ακούω την ησυχία. Ακόμη κάνω μία ώρα και τρία τέταρτα για να κοιμηθώ τη νύχτα. Ακόμη θέλω όσο τίποτα να κάνω οικογένεια. Ακόμη πιστεύω στην τύχη και στην ατυχία. Την δική μου ατυχία. Ακόμη υπερασπίζομαι άτομα που λατρεύω. Κι αν μου λείπουν κάποια πράγματα που είχα παλιά - η πίστη μου, η δύναμή μου, το αίμα μου - το παλεύω. Μάλλον έχυσε τόσο αίμα η καρδιά μου, που δεν έμεινε τίποτα άλλο. Ούτε τόσο, ίσα-ίσα να κάνω το όνειρό μου. Πάντως εγώ είμαι. Με όλα τα ελαττώματά μου. Ακόμη διακόπτω όταν μου μιλάνε. Ακόμη ζηλεύω. Ακόμη με παίρνει ο ύπνος καθώς στέλνω μηνύματα.  Ακόμη έχω παράπονα. Ακόμη έχω ανασφάλειες. Κι πάνω απ' όλα, ακόμη είμαι δυστυχισμένη. Ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος νιώθω πως είμαι κάποια βράδια. Κι αραδιάζω ανοησίες, όπως αυτά που λέω τώρα."
  Κι έτσι περνούν τα χρόνια. Βλέπετε, είναι άνθρωποι γύρω μας που κανείς δεν τους καταλαβαίνει. Ούτε κάτι απ' το μέσα τους, κάτι απ' τον σταυρό που σηκώνουν. Πόσο καιρό; Ούτε κι αυτοί θυμούνται. Μοιάζει σαν να 'ναι... Από πάντα. Ξένοι μέσα σε ξένους. Μόνοι μέσα σε μόνους. Πώς να αποποιηθείς της ταύτισης σ'αυτά που γράφεις, όταν φωνάζουν την αλήθεια; Μ' ένα παράπονο ζει, μ'έναν καημό. Που ό,τι κι αν κάνει, όσο κι αν προσπαθήσει, μόνη της δεν την πετυχαίνει την ευτυχία της. Πάλι γελάει, τα 'παμε αυτά, πάντα υπάρχει κάτι που μας κάνει να γελάμε. Μα η αληθινή χαρά δεν φαίνεται στο γέλιο της στιγμής. Ξέρετε πότε φαίνεται; Τα βράδια που γυρίζεις σπίτι σου, τις νύχτες που δεν σε παίρνει ο ύπνος. Τότε φαίνεται.

4 σχόλια:

  1. καλησπέρα

    η μονοξιά είναι μια φρίκη....

    η μοχαχικότητα είναι επιλογή

    εγώ αισθάνομαι πάρα πολλές φορές την ανάγκη να μένω μόνος

    καλό σου σαββατοκύριακο

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. akrat...

      Καλησπέρα και σε 'σένα... Όλοι κάποιες φορές αισθανόμαστε την ανάγκη για λίγη μοναχικότητα... Δυστυχώς όμως, πολλές φορές η μοναξιά επιβάλλεται, χωρίς πρόσκληση, χωρίς πρόθεση, χωρίς την αντοχή μας...

      Έτσι είναι τα πράγματα :/

      Καλή σου μέρα και καλό Σαββατοκύριακο

      Διαγραφή