Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Σονέτο Ανάρμοστο



Θέλω να πω για την αγάπη μου
Γι' αυτή θε' σιγανά να σας μιλήσω
Γι' αυτή που δεν γυρίζει πίσω
Θέλω να πω για την αγάπη μου

Έλεγα κάποτε θά 'ρθει να μ' εύρει
Σαν είμαι άρρωστη θα 'ρθει σιμά
Ωσάν τον θάνατο, παράνομη αγκαλιά
Έλεγα κάποτε θα 'ρθει να μ' εύρει

Κάθε που χάραζε μισοπερίμενα
Κάθε που νύχτωνε βαριά καρδιά
Σκυφτοί οι πόνοι μου σαν Εκκλησία

Κάθε που έφευγα θαρρείς και έμενα
Κάθε που ζύγωνα ψευτόχρυσα κλειδιά
Πικρή 'ν' η ζήλια σου, Μεροληψία



                         ----


Τούτο το τρίστιχο δεν θε' να υπάρχει
Αν το Σονέτο μου ήταν σωστό
Κι αν Παναγιώτη δεν σε λέγανε

Τούτο το σώμα μου δεν πρέπει να 'χει
Τούτο το γράμμα κρυφά στο λαιμό
Μα ήταν τα "παρελθά" που κλαίγανε... 

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Το τσιγάρο της νύχτας...



Σαν θα σου πω πως Σ'αγαπάω
Εσύ θα μείνεις σιωπηλός
Θα πιεις ακόμη ένα τσιγάρο
Να μου δείξεις τι σημαίνει καπνός

Κι αν είναι ο πόνος μου βουβός
Εγώ θα γράψω ένα ποίημα
Κι αν είν' ο ίσκιος σου θολός
Έχω τον τρόπο μου για σήμα

Κι αν σ'αγκαλιάσω σιωπηλά
Θα το αγνοώ αν θα γελάσεις
Κι αν σε αγγίξω χαμηλά
Τη στάχτη, ξέρω, θα τινάξεις

Κι αν με σηκώσεις στα ψηλά
Εγώ το μέσα μου σου δίνω
Κι αν μπεις και βγεις στα σιγανά
Η Μούσα του καπνού σου εγώ θα γίνω

Είναι ο στίχος μου ατελής
Ωσάν τον έρωτά μας
Είναι το πάθος της στιγμής
Που φτιάχνει τα όνειρά μας

Σαν θα σου πω πως Σ'αγαπάω
Εσύ θα στέκεσαι βουβός
Θα δοκιμάσεις αν "μετράω"
Και θα σου μείνει ο καπνός

Καπνός από τσιγάρο μαύρο
Το μέσα σου μαύρο κι αυτό
Το δίκιο μου πού να θέλεις να 'βρω
Σαν δεν μπορώ να σου κρυφτώ;

Κι αν είναι ο πόθος μου μουγκός
Εγώ θα γράψω ένα ποίημα
Κι αν είν' ο έρωτας "μικρός"
Έχω τον τρόπο μου για σήμα

Σαν σε αγγίξω εκεί που θέλεις
Όλα τελειώνουνε εδώ
Τελειώνει το κορμί που θα ανέβεις
Τελειώνει ξαφνικά το "σ'αγαπώ"

Και σαν τελειώσουνε τ'αστέρια
Τι θε' να κάνει ο ουρανός;
Σαν λερωθούν μ' αίμα τα χέρια
Γιατί ν'ανάψουμε μετά το φως;

Ένα τσιγάρο θα καπνίσεις
Της νύχτας το τσιγάρο σου
Με τον καπνό θα με κοιμήσεις
Κάτω απ' το φουγάρο σου

Σαν θα σου πω πως Σ'αγαπάω
Εσύ θα μείνεις σιωπηλός
Θα με αγγίξεις να πονάω
Θα σβήσεις γι' άλλη μια φορά το φως...

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Και οι οάσεις εξατμίζονται. . .



Καμιά φορά, όποιος δεν είναι μαζί σου, είναι εναντίον σου
Τα είδωλα, λέμε, ήταν ψεύτικα
Μα Το Πάθος Ήταν Αληθινό... 
Τα λόγια, οι υποσχέσεις, η υπέρτατη αγάπη ακόμα,
Τίποτα δεν ήταν αλήθεια. 
Τίποτα, εκτός από την ανταπόκρισή της... 
Γιατί καμιά φορά η πιο αληθινή απάντηση 
Είναι σε μια ερώτηση που ποτέ δεν έγινε... 
Μα, όταν ο Θεός φαίνεται άφαντος, 
Δεν μπορείς να επιμένεις ότι είναι παρών, 
Ακόμη κι αν είναι.
Κι όταν οι "συγκυρίες" σου λένε πως έφταιγαν
Δεν μπορείς να επιμένεις ότι τα άφατα λόγια είναι και τα ορθότερα
Ακόμη κι αν είναι. 
Ονειρευόμαστε, βλέπετε, αστέρια στον ουρανό
Και καστράκια που δεν τα χαλνά η θάλασσα
Και χέρια που θα μας κρατάν στο κρύο
Και οάσεις στις ερήμους της καρδιάς μας...
Κι υπάρχουν, δεν είπε κανείς ότι ποτέ δεν συνάντησε από δαύτες!
Αλλά κι αυτές, στην πελώρια σκόνη 
Και την κίτρινη άμμο,
Στο παρθένο χώμα που κανείς δεν πλησιάζει,
Στην αέναη γη που κανείς δεν καταδέχεται
Ντρέπονται θαρρείς για την ομορφιά της ύπαρξής τους... 
Κι όσες είναι θαρραλέες, ακόμη κι αυτές
Τις νικά ο καυτός ήλιος
Ή κι ό,τι τέλος πάντων πέρα απ' την ατέρμονη καφετιά έκταση
Υπάρχει.
Ξέρετε, περισσότερο ακόμη κι απ' την αστέρευτη, θανατηφόρο άμμο
Υπάρχει στις ερήμους η ακόμη πιο αστέρευτη ανάγκη για μια όαση:
Και αυτή, λίγο αργότερα, εξατμίζεται... 

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2012

Την επόμενη φορά να με ξεχάσεις περισσότερο...



Θα ορκιζόμουν πως μ'αγάπησες λίγο παραπάνω
Στον Διάβολο και τον Θεό που μ'επισκέφτηκαν απόψε
Θα τ' ορκιζόμουν, σου τ' ορκίζομαι
Μ' εκείνο το πικρό, τελευταίο τσιγάρο στα χείλη
-Το 'χω για ν'αντικαθιστά τα δάχτυλά σου-
Σ'αγάπησα.
Θεέ μου, Δαίμονα κακέ, σ'αγάπησα
Σαν το κομμένο μου κορμί
Εκθειάζω τις προσευχές της μητέρας που σε κουβαλούσε
Και περιμένω ν' αναστηθείς σαν τον Λάζαρο
Θεέ μου, αλήθεια, σ'αγάπησα!
Πόσο σε ξέχασα και σε μετέφρασα σε σκόνη
Πόσο με ξέχασες...
Θεέ μου, πόσο με ξέχασες!
Μαντεύω τις βόλτες που σε πήγαινε ο πατέρας σου μικρό
Πατώ στα ίδια μέρη και φιλάω τα χώματα
Σέρνομαι στα τσιμέντα
Θεέ μου, πόσο με ξέχασες!
Προσκυνάω τα χέρια που σε σμίλεψαν
Τα πόδια της μάνας που σε γεννήσαν
Το κρεβάτι που σε κοίμισε
Το νερό που σ' έπλυνε
Φιλάω με λαχτάρα τα χέρια που σε βάφτισαν
Θεέ μου, πόσο σ'αγάπησα!
Την επόμενη φορά, σαν χάρη το ζητάω, να με ξεχάσεις περισσότερο
Να καις το βράδυ και να ψάχνεις τ' άλλο μισό σου να ταιριάξεις
Να με ξεχάσεις κι άλλο
Χτύπα λίγο ακόμη
Σκότωσέ με κι άλλο
Θ'αναστηθώ... Σαν τον Λάζαρο.
Την επόμενη φορά να με ξεχάσεις περισσότερο
Θεέ μου, πόσο μ'αγάπησες!
Πού είσαι τώρα;
Θα σου φωνάζω πως δεν ζω, ξέχασες;
Θα σου φωνάζω τα ίδια λόγια, ξέχασες;
Θα σε κουβαλάω στους κρύους ώμους μου, ξέχασες;
Θα σ'αγαπάω, ξέχασες;
Θα ορκιζόμουν πως μ'αγάπησες λίγο παραπάνω
Να πάψει επιτέλους η στηλίτευση της πέτρας που 'χεις για καρδιά
Θα το 'κανα, ξέχασες;
Με ξέχασες, το ξέχασες;
Σ'αγάπησα, ξέχασες;
Προμηνύω τη στάση που θα περιμένεις το λεωφορείο
Μόνος σου
Θα τη γεμίσω με την κολόνια μου
Σ' άρεζε, ξέχασες;
Δεκαοκτώ μπουκάλια θ' αδειάσω
Εκείνη που φόραγα, ξέχασες;
Να ξυπνήσεις πια απ' το λήθαργο!
Μ'αγκάλιαζες, ξέχασες;
Θα ανέβω σιωπηλά τον λόφο του κορμιού σου
Θα σε φιλήσω απαλά
Με φίλαγες, ξέχασες;
Θα σε χαϊδέψω
Θα σε ζαλίσω
Θα σου θυμίσω αυτά που ξέχασες...
Με τελείωνες, ξέχασες;
Θα ορκιζόμουν πως μ'αγάπησες λίγο παραπάνω
Τότε που με κράταγες στα δυο σου χέρια
Υγρός σαν τις σταγόνες έξω απ' το παράθυρο
Τελείωνες, ξέχασες;

Την επόμενη φορά να με ξεχάσεις περισσότερο...
Εδώ θα 'μαι, να με θυμίζω...

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012

Οι άνθρωποι που αγαπήθηκαν όσο τίποτα...



Η καλύτερη φράση για τους ανθρώπους που αγαπήθηκαν όσο τίποτα
Είναι ένα "Γεια σου"
Κουβέντες για τα πιο άσχετα θέματα
Που όσο ήταν μαζί ούτε είχαν σκεφτεί ποτέ τους να συζητήσουν
Είμαι σίγουρη πως και το Κυπριακό θα λυνόταν
Με τους διαλόγους που κάνουν οι πρώην μεταξύ τους!
Ω, ναι! Ίσως είναι η ανώτερη εξελικτική φάση της σχέσης τους
Αυτοί οι ανόητοι, γελοίοι διάλογοι!
Είναι φαίνεται η φυσική κατάληξη
Η ομαλή απόρροια
Των πραγμάτων.

Τα καλύτερα λόγια για τους ανθρώπους που αγαπήθηκαν όσο τίποτα
-Τι ειρωνεία!-
Δεν μοιάζουν να 'χουν σχέση καμία με την αγάπη
Και τα αισθήματα
Και το παρελθόν
Και την αλήθεια.
Μοιάζουν - για φαντάσου! - με 'κείνα που ανταλλάζουν
Οι απλοί γνωστοί, σαν τύχει και συναντηθούν στο δρόμο
Τι παράξενη που είναι η κατάληξη της τρομερής αυτής αγάπης!

Ο καλύτερος διάλογος για τους ανθρώπους που γνωρίζονται όσο κανένας
Έχει στ' αλήθεια - ένα περίεργο πράγμα! -
Τόση ομοιότητα με τις λεξούλες που ανταλλάζουν
Δυο άγνωστοι μεταξύ τους
Ή "κατά λάθος" γνωστοί
Που ούτε καν αν συμπαθούν ο ένας τον άλλον
Μπορεί με ακρίβεια να ορίσει κανείς!
Ίσως και να 'ν' ο διάλογος ακόμη απλούστερος
Τόσο απλός, σαν την αγάπη!
Τόσο χαζός, σαν την αγάπη.

Και το παράδοξο των πραγμάτων
Η μεγάλη των χωρισμών και συναναστροφών ανοησία:
Όταν δυο άνθρωποι χωρίζουν
Το μέλλον τους το συζητάνε περισσότερο!
Όταν δεν είναι πια μαζί
Μοιάζουν πιο έκδηλα τα όνειρά τους!
Σε κάποια, βλέπετε, χρονική βαθμίδα
Πρέπει κι αυτοί ν' ανατρέξουν.
Το παρόν απρόσιτο για τα λόγια τους:
Τόσοι ανόητοι έρωτες και περιπτύξεις
Δεν ευνοούν την μεταξύ τους συζήτηση!
Το παρελθόν ξεχασμένο για τα λόγια τους:
Τόσες υποσχέσεις-ψέμματα και "Σ'αγαπάω"-αλήθειες
Δεν τους συμφέρουν για διαλόγους!

Κι έτσι στο μέλλον ανατρέχουν
Κι ίσως μέσα απ' την τόση λήθη τους
Μαθαίνονται καλύτερα
Ίσως πάλι και να ξεχνούν κι αυτά που ξέρανε
Ή να κάνουν απλώς πως δεν υπάρχουν
Είναι τόσο εύκολο τελικά με μια σου πρόθεση ιδιοτελή
Να επιδοθείς στην πιο μεγάλη του κόσμου "αναίρεση":
Ξέρετε τώρα, "αναιρείς" τα παγκάκια
"Αναιρείς" τα δέντρα
"Αναιρείς" ολόκληρες θάλασσες
"Αναιρείς" τα χρόνια...
Είδατε τελικά;
Το ύψιστο της αγάπης στάδιο είναι η αναίρεση!
Η αναίρεση και η υποκρισία.

Η μεγαλύτερη αγάπη για τους ανθρώπους που αγαπήθηκαν όσο τίποτα
Είναι το μίσος τους απέναντι στην γελοία τους συναναστροφή
Είναι ο σαρκασμός τους για τα ειπωμένα και τ' ανείπωτα
Είναι η ειρωνεία των συζητήσεων για τα "νέα" τους
Είναι τα ίδια αυτά τα "νέα", τ' αύριο, τα μεθαύριο
Που 'ρθαν να διώξουν τα παλιά, τα σήμερα, τα κάποτε...
Η μεγαλύτερη αγάπη για τους ανθρώπους που αγαπήθηκαν όσο τίποτα
Είναι κάθε άλλο παρά ο άνθρωπος που τώρα συζητάνε...

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

Για να σε αγαπήσω...



Εγώ γεννήθηκα για να σε αγαπήσω
Για να γράψω την αγάπη μου
Και να την διαβάσουν οι ανέμοι, τα μετάλλια 
Κι οι μαριονέτες κάθε ασήμαντου θιάσου...
Εγώ ήρθα 'δω για να σε δω να γελάς 
Να σε φιλήσω
Να σε δω να κοιμάσαι
Κι ύστερα να σε θυμάμαι...
Και να διαβάσουν τη θύμηση αυτή τα σβησμένα αστέρια
Οι χαμένοι ποιητές που αυτοκτονήσαν
Κι τ'ανόητα παιδιά που χαζογελάνε...
Εγώ γεννήθηκα για να σ'ακούσω να μιλάς
Να σχεδιάσω στα χείλη σου το ημίφως της δύσης
Την αρμύρα της ουράνιας θάλασσας
Την πιο κόκκινη φωτιά του ηφαιστείου...
Εγώ ήρθα εδώ για να σ'αγκαλιάσω
Να προλάβω να σου πω πόσο σ'αγάπησα
Να προφτάσω το απ' τη ζωή μου πιο πολύ
Το απ' τον εγωισμό μου πιο πολύ
Το απ' τους "καινούριους" πιο πολύ
Το απ' τον ουρανό πιο πολύ
Από 'μένα πιο πολύ... 
Γεννήθηκα για να γράψω γι' άλλη μια μεγάλη αγάπη
Κοντά στον Λόρδο Μπάιρον 
Τον Ερωτόκριτο
Τον Σαίξπηρ
Κοντά σ' όλους αυτούς που πέθαναν για λίγο αίμα
Κι ένα γυαλί
Ή αυτούς που 'ζήσαν για να διαβάσουν την αγάπη μου...
Εγώ γεννήθηκα για να σε αγαπήσω
Για να σ'αποχαιρετήσω
Να σε συγχωρήσω
Να σε συνηθίσω... 
Και θα πεθάνω... για να σε λησμονήσω. 

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Ας πιούμε σ' ένα κόκκινο ποτήρι την εφήμερη λήθη μας...



Ας πιούμε απόψε ακόμη ένα κρασί
Πάνε με μια ακόμη βόλτα στην Καμάρα
Να ψάχνουμε το δέντρο που 'χουν τάχα να επιπλέει
Κι αυτό να 'χει βουλιάξει από καιρό!
Δεν το 'ξεραν μάλλον 
Πως το κάθε τι που δεν γεννήθηκε
Για να κάνει μεγάλες, περήφανες βουτιές
Πνίγεται στα βρώμικα νερά 
Ουρλιάζοντας ανήκουστες προσευχές
Ενώ ανόητοι οδοιπόροι βγάζουν ατάραχοι φωτογραφίες
Στα φώτα του. . .

Ας πιούμε σ' ένα κόκκινο ποτήρι τη λήθη μας
Κι είναι τόσο όμορφη η νύχτα! 
Πάμε πάλι σ' εκείνο το ίδιο μέρος που μου 'πες
Να πιούμε απ' το ίδιο δηλητήριο
Να βάζουμε, να βάζουμε και να μην λέει η κανάτα
Να σωθεί
Να 'ναι κόκκινο, όπως την τελευταία φορά
Από 'κείνα που κουβαλάνε μέσα τους την εφήμερη λήθη
Έστω λοιπόν μιας νύχτας λησμονιά
Εκεί που ένας μουγκός προσπαθεί να ξεστομίσει
Τη λέξη "Ευτυχία" 
Και το μόνο που καταφέρνει τελικά ν' ακουστεί είναι
"Ανοησία", "Ανοησία", "Ανοησία"
Μια παρατεταμένη ανοησία θα 'ν' όλη η νύχτα μας
Κι ο μουγκός θα μας γελά τώρα με τα σαπισμένα δόντια του
Κι εμείς θα κλαίμε
Θα κλαίμε
Έτσι εμείς θα κλαίμε,  με το χαμόγελο ως τα αυτιά... 

Ας πιούμε σ' ένα κόκκινο ποτήρι την εφήμερη λήθη μας 
Να μας ζαλίσει, να μας μεθύσει
Και ας πονάει μετά όλη τη μέρα το κεφάλι μας
Η καρδιά μας πονάει περισσότερο
Χαλάλι
Κι όλοι οι μουγκοί του κόσμου
Θα φωνάζουν πια σαν γραμμόφωνα που χάλασαν
Και παίζουν αιώνια το ίδιο βλοσυρό χαζοτράγουδο
Θα μας τρυπάνε τα αυτιά 
Όσο και αν τα σφίγγουμε με το κόκκινο χέρι μας
Θα μας τρυπάνε την καρδιά
Όσο και αν την ξεγελάμε με το κόκκινο ποτήρι μας...

Ας πιούμε σ' ένα κόκκινο ποτήρι την εφήμερη λήθη μας
Ένα σονέτο προσπαθώ εδώ και μήνες
Ένα σονέτο κι όλο δεν μ'αρέσει
Όλο κάτι λείπει ή κάτι μου 'ναι απρόσιτο
Ένα σονέτο της παρακμής που το παράτησα στη μέση 
Και κάθε βράδυ το εγκαταλείπω απ' την αρχή
Όπως εγκατέλειψε η λαλιά τους μουγκούς
Όπως τους γέλασε τραχιά κι ειρωνικά και τους εκτόπισε
Στην κόλαση της σιωπής
Κι αυτοί από αντίδραση 
Φωνάζουν με τον τρόπο τους ό,τι θα μ' έκανε να δυστυχήσω
Αυτοί από αντίδραση θέλουν μάλλον να μην υπάρχω
Πότε θα σταματήσουν οι μουγκοί να φωνάζουν;
Πότε επιτέλους θα γράψω το σονέτο μου;

Ας πιούμε απόψε ακόμη ένα κρασί... 
Κάπου, κάποτε, υπήρχε μια Καμάρα κι ένα κουτούκι 
Για να πίνουν δυο άγνωστοι τη λήθη τους
Όχι πως δεν είχαν γνωριστεί
Όχι πως δεν αντάλλαξαν φιλιά και λόγια
Όχι πως δεν κοιμήθηκαν μαζί
Όχι πως δεν γελούσαν για ώρες στο γωνιακό τραπέζι
Μα τι σχέση έχουν όλα αυτά με το να ξέρουν δυο άνθρωποι
Ο ένας τον άλλον;
Τι σχέση αλήθεια, τι ανόητο να το νομίζει κανείς!

Ας πιούμε απόψε ακόμη ένα κρασί...
Κι ίσως αύριο να το γράψω το σονέτο
Ίσως αύριο να τυφλώσω όλους τους άκαρδους μουγκούς της γης
Και ποτέ να μην το διαβάσουν
Κι εσύ, ο άγνωστος και "ύποπτος"
Ίσως και να 'σαι τελικά "αθώος"
Και να σ'εμπιστευτώ
Και να εμπιστευτώ μαζί σου όλο τον κόσμο
Αν ακόμη γίνεται... 
Ίσως και να 'σαι ένας ακόμη "ένοχος" 
Για να 'μαστε πάτσι για το ψεύτικό μου "Σ'αγαπώ"
Και να μην χρειάζεται κρασί για να διώξω τις τύψεις
Αν ακόμη γίνεται... 

Ας πιούμε σ' ένα κόκκινο ποτήρι απόψε την εφήμερη
Την πολυπόθητη τη λήθη μας
Κι αν πάλι δεν το πιω μαζί σου
Ίσως να μη στοιχίσει τελικά τόσο πολύ
Ίσως και να 'σαι εσύ η φωνή κάθε μουγκού
Ίσως και το σονέτο μου να το 'χασα κάπου αμαρτάνοντας
Επάνω στο κορμί σου... 


Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

Ενδελέχεια...



Η ενδελέχεια των συναισθημάτων μου μου επιτρέπει
- Ή μάλλον μ'αναγκάζει -
Ν' ακουμπήσω με τα χέρια μου τους γυμνούς ώμους του Θεού
Τούτο βέβαια μπορεί κανείς να το ερμηνεύσει
Με δυο τρόπους, που 'χουν ως εξής:
Όντας ευτυχισμένη
Ή νεκρή.
Γιατί μόνο στην έκσταση του ονείρου
Μπορεί κανείς ν' αγγίξει το Θεό
Ή στην αιωνιότητα του Θανάτου του....

Η ενδελέχεια των συναισθημάτων μου με κάνει
Να αισθάνομαι πιο δυνατή από ποτέ
Αν το άντεξα κι αυτό, σκέφτομαι
Μπορώ πια να ζήσω τα πάντα
Αφού ξυπνάω ακόμη το πρωί
Τίποτα δεν φοβάμαι - κι ούτε προσμένω βέβαια
Είναι η διάρκεια, η συνέχεια, η μακαβριότητά τους
Που εξωραΐζουν τον Θάνατο
Τον κάνουν πιο γλυκό, πιο ανάλαφρο, πιο ανώδυνο
Μετουσιώνουν τις σκοτεινές πλευρές του σε τελικό σκοπό...

Η ενδελέχεια κι η συνήθεια
- Η συνήθεια που τόσο φοβάμαι! -
Ποτίζουν αργά-αργά στο στόμα μου στυφές σταγόνες από κώνειο
Κι εγώ με ξεγελώ και το πίνω σαν κρασί
Ημίγλυκο, το προτιμώ έτσι,
Και με τον τρόπο αυτόν που μυστικά εφηύρα
Πεθαίνω
Όπως μου αρέσει εμένα
Όπως το θέλω εγώ
Όπως αξίζει σε 'μένα...

Η ενδελέχεια των συναισθημάτων μου
Η ανία κι η τόση ανοησία τους
Πήζουν τα δάκρυα και σμιλεύουν τον θρήνο
Για ναι 'ναι μόνο κρυφός, στα βάθη των χαλασμάτων
Αυτού του - κατά τ' άλλα - δυνατού κορμιού
Κι ο επικείμενος θάνατος μοιάζει με μόνη προσμονή
Μοιάζει το πλέον καλλίτερο και δικαιωτικό
Μοιάζει η ελπίδα όλης της ενδελέχειας και της υπομονής μου
Μοιάζει σε 'σένα, μοιάζει σε 'μένα
Μοιάζει τελικά σε όλα όσα ονειρεύτηκα...